Σχολική Ετοιμότητα: Πόσο έτοιμο είναι το παιδί για το Δημοτικό;
dromostherapeia.gr
22.06.2011
Η ένταξη στο Δημοτικό είναι μία περίοδος προσαρμογής τόσο για το ίδιο το παιδί όσο και για την οικογένειά του. Τα περισσότερα παιδιά έχουν αποκτήσει τις απαραίτητες δεξιότητες από τη φοίτησή τους στο νηπιαγωγείο, έχουν ενθουσιασμό για το Δημοτικό και ισχυρά κίνητρα για μάθηση. Έτσι, χρειάζονται ένα μικρό χρονικό διάστημα να προσαρμοστούν στις απαιτήσεις του Δημοτικού, τόσο κοινωνικά όσο και μαθησιακά. Πολλά όμως είναι τα παιδιά που ακόμα και αν τα κατάφερναν με τη μαθησιακή ύλη του νηπιαγωγείου, δεν είναι έτοιμα για την ένταξη στο Δημοτικό και έτσι η νέα σχολική χρονιά συνοδεύεται από δυσκολίες.
Η συνηθισμένη εικόνα που έχουν τα παιδιά αυτά είναι μία αδιαφορία, ή η «τεμπελιά», ακόμα και αντιδραστικότητα. Σε άλλες περιπτώσεις μπορεί το παιδί να προσπαθεί, να αγχώνεται, αλλά να μην φαίνεται να τα καταφέρνει. ʼλλες φορές τα παιδιά της Α Δημοτικού φαίνεται να δυσκολεύονται να οριοθετηθούν και να κατανοήσουν τον τρόπο λειτουργίας αλλά και τις απαιτήσεις του Δημοτικού, είναι ζωηρά, υπερκινητικά και δυσκολεύονται να είναι συνεπή και υπεύθυνα με τα μαθήματά τους ή δυσκολεύονται να κάνουν φίλους. Αυτό έχει πολλαπλές επιπτώσεις στη συναισθηματική κατάσταση του παιδιού όσο και της οικογένειάς του και μπορεί να οδηγήσει μακροπρόθεσμα σε «σχολική αποτυχία». Αυτό σημαίνει ότι το παιδί δεν παίρνει θετική ανατροφοδότηση από τη μαθησιακή διαδικασία, δέχεται πιέσεις από τους ενηλίκους τόσο στο σχολικό περιβάλλον όσο και στο οικογενειακό, και μπορεί η δυσκολία του να αποδώσει μαθησιακά να γίνει λόγος κοροϊδίας από τα συνομήλικα παιδιά. Όλα τα παραπάνω φαινόμενα αποτελούν ψυχοπιεστικούς παράγοντες για το παιδί οι οποίοι έχουν αρνητικές επιπτώσεις στη ψυχοσυναισθηματική του υγεία και την αυτοεκτίμησή του. Τα παιδιά που δεν καταφέρνουν να προσαρμοστούν επαρκώς μπορεί να εμφανίζουν φόβο αποχωρισμού από τη μητέρα, σχολική άρνηση και ψυχοσωματικά προβλήματα (πόνους στην κοιλιά και το κεφάλι πριν το σχολείο ή κάθε Κυριακή βράδυ), άγχος, ευερεθιστότητα επιθετικότητα και εναντιωματικές συμπεριφορές, συμπτώματα τα οποία υποδηλώνουν τα αρνητικά τους συναισθήματα για το σχολικό περιβάλλον.
Τα προβλήματα αυτά προκύπτουν γιατί η είσοδος στην Α Δημοτικού συνήθως γίνεται με κριτήριο τη χρονολογική ηλικία του παιδιού. Αυτό το κριτήριο δεν επαρκεί καθώς δεν αποκτούν όλα τα παιδιά τις απαραίτητες δεξιότητες για τη φοίτησή τους στο σχολείο την ίδια χρονολογική ηλικία, και αυτό γιατί δεν μπορούν να έχουν όλα τα παιδιά τον ίδιο ρυθμό ανάπτυξης. Η ένταξη του παιδιού στο σχολείο προϋποθέτει ωρίμανση σε πολλαπλά επίπεδα. Έτσι ένα παιδί για να είναι έτοιμο να πάει σχολείο θα πρέπει να έχει αναπτύξει τις κατάλληλες δεξιότητες σε ψυχοκινητικό (π.χ. δεξιότητες αυτονομίας και αυτουπηρέτησης, γραφοκινητική επιδεξιότητα), σε συναισθηματικό (π.χ. ανοχή αποχωρισμού από τη μητέρα), σε κοινωνικό (βασικές κοινωνικές δεξιότητες και λεκτικές) αλλά και στο γνωστικό επίπεδο (ικανότητες συγκέντρωσης, μνήμη, λογική σκέψη, επαρκές λεξιλόγιο και κατανόηση του λόγου, επαρκής αντίληψης αφηρημένων εννοιών).
Η έννοια της σχολικής ετοιμότητας είναι σχετικά πρόσφατη και αφορά την πρόληψη όλων των προβλημάτων που συνοδεύουν την πρώιμη ένταξη του παιδιού στο σχολείο. Μέσω μίας ανιχνευτικής δοκιμασίας, του α τεστ, αλλά και μέσω της κλινικής συνέντευξης με το παιδί, μπορούμε πλέον να εντοπίσουμε αν και ποια ελλείμματα υπάρχουν. Το Α΄ Τέστ είναι ένα τεστ το οποίο ελέγχει με γρήγορο και άμεσο τρόπο τις ικανότητες του παιδιού και την ωριμότητά του ώστε να ενταχθεί στο Δημοτικό. Η καλύτερη ηλικία εκτίμησης της σχολικής ετοιμότητα είναι από 5 έως 6,5 ετών. Το τεστ δεν αξιολογεί μόνο την ανάπτυξη της σκέψης και γενικότερα των γνωστικών ικανοτήτων. Σίγουρα είναι ένα σημαντικός τομέας αξιολόγησης όμως δεν είναι μοναδικός. Η αξιολόγηση της σχολικής ετοιμότητας αξιολογεί ταυτόχρονα όλους τους βασικούς τομείς ανάπτυξης του παιδιού που είναι απαραίτητη για την ένταξη στο σχολείο όπως των κοινωνικών δεξιοτήτων, της κινητικότητας (τόσο γραφοκινητικά όσο και της αδρής κινητικότητας), των δεξιοτήτων αυτονομίας. Έτσι μπορεί να αξιολογηθεί επαρκώς αν το παιδί είναι έτοιμο να πάει στο σχολείο, αν χρειάζεται αναβολή ή αν χρειάζονται κάποιες προσπάθειες από την ίδια την οικογένεια ή από κάποιο ειδικό για να αναπτυχθούν και να ενισχυθούν οι απαραίτητες δεξιότητες για την ένταξη στο Δημοτικό. Αν υπάρχουν ορισμένες ενδείξεις ανωριμότητας ο ειδικός θα κατευθύνει την οικογένεια ως προς το ποιες προσπάθειες μπορεί να κάνει ώστε να βοηθήσει το παιδί να αποκτήσει αυτές τις δεξιότητες. Αν η αξιολόγηση του παιδιού αναδείξει πιο έντονες δυσκολίες ο ειδικός με την οικογένεια θα συζητήσουν ποιος τρόπος υποστήριξης του παιδιού είναι καλύτερος και από ποια ειδικότητα (λογοθεραπευτής, εργοθεραπευτής ή παιδαγωγός) και αν η αναβολή θα ήταν καλύτερη λύση ώστε να μην βιώσει το παιδί αποτυχία. Η αναβολή από το Δημοτικό σε καμία περίπτωση δεν σημαίνει απλά την αναμονή του παιδιού μέχρι να ωριμάσει. Χρειάζονται συστηματικές προσπάθειες ώστε να αναπτύξει τις δεξιότητες που απαιτούνται.
Το Α Τεστ είναι ένα ελληνικό τεστ το οποίο έχει 97% εγκυρότητα και 99,9% αξιοπιστία. Έχει αναγνωρισθεί από επίσημα όργανα και φορείς όπως η Παιδιατρική Εταιρεία και το Υπουργείο Υγείας και Παιδείας για την χρησιμότητά του στον τομέα της πρόληψης. Με αυτή τη διαδικασία μπορούν να προληφθούν προβλήματα όπως μαθησιακές δυσκολίες, υπερκινητικότητα και διάσπαση προσοχής, προβλήματα εκφοράς και κατανόησης λόγου, και κατά συνέπεια να προληφθεί η σχολική αποτυχία και όλα τα συναισθηματικά προβλήματα που τη συνοδεύουν.